Ελληνικά
Perspective

Ανατρέψτε την κυβέρνηση Μακρόν!

Διαδηλωτές φωνάζουν συνθήματα κατά τη διάρκεια διαμαρτυρίας στο Παρίσι, Δευτέρα 20 Μαρτίου 2023 [AP Photo/Lewis Joly]

Τα ταραχώδη γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων στη Γαλλία έριξαν τη «δημοκρατική» μάσκα του καπιταλιστικού κράτους, ξεσκεπάζοντας την δικτατορία της οικονομικής ολιγαρχίας που κρύβεται από πίσω.

Στις 20 Μαρτίου ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ξεκίνησε καταπατώντας τη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του γαλλικού λαού, επιβάλλοντας τις περικοπές του στις συντάξεις χωρίς καν την διεξαγωγή ψηφοφορίας στο κοινοβούλιο. Τις επόμενες μέρες διαδηλώσεις ξέσπασαν κάθε βράδυ στις μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, στις οποίες ο Μακρόν απάντησε δηλώνοντας με θράσος ότι κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της κυβέρνησής του. Στις 23 Μαρτίου, η αστυνομία επιτέθηκε σε πορείες εκατομμυρίων εργαζομένων και άρχισε να επιστρατεύει εργαζόμενους για να σπάσει τις συνεχιζόμενες απεργίες στα διυλιστήρια και στην καθαριότητα.

Ένα ισχυρό μαζικό κίνημα αναπτύσσεται, αλλά από την αρχή βρίσκεται σε αδιέξοδο. Κάθε ένα από τα ημίμετρα εντός του πολιτικού συστήματος που πρότειναν οι αντίπαλοι του Μακρόν για να τον σταματήσουν απέτυχε. Το κοινοβούλιο απέτυχε να αποδοκιμάσει τον Μακρόν όταν το ανάγκασε να υιοθετήσει τις περικοπές χωρίς ψηφοφορία. Η κατάρρευση του Μακρόν στις δημοσκοπήσεις και η αυξανόμενη έκφραση φόβου στους κυβερνητικούς κύκλους για τις μαζικές διαμαρτυρίες δεν έπεισαν τον Μακρόν να υποχωρήσει. Ούτε οι μονοήμερες απεργίες των συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών.

Η κατεύθυνση της ταξικής πάλης δείχνει αναπόφευκτα προς ένα πράγμα: Ο Μακρόν πρέπει να φύγει και o θεσμός της γαλλικής εκτελεστικής προεδρίας με τις τεράστιες αντιδημοκρατικές εξουσίες της πρέπει να καταργηθεί. Παράλληλα με τον αγώνα για την πτώση του Μακρόν η εργατική τάξη πρέπει επιπλέον να αγωνιστεί για την ανάπτυξη επιτροπών δράσης από τη βάση, για να θέσει τα θεμέλια για αυτό που θα αντικαταστήσει το καθεστώς του.

Ο Μακρόν αναδεικνύεται ως η άμεση προσωποποίηση της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και το επίκεντρο όλων των συνωμοσιών της άρχουσας ελίτ ενάντια στην εργατική τάξη. «L’Etat, c’est moi» («Το κράτος είμαι εγώ»), είχε πει ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ’, ο ιδρυτής της γαλλικής απόλυτης μοναρχίας τον 17ο αιώνα. Σχεδόν 400 χρόνια αργότερα, ο Μακρόν επέβαλε τις δικές του επιταγές στη Γαλλία, επιμένοντας ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές δεν θα ανεχτούν την αποτυχία επιβολής των περικοπών του.

Η ικανότητά του να επιβάλει τις περικοπές των συντάξεων χωρίς ψηφοφορία απορρέει από τις ημι-δικτατορικές εξουσίες που απαίτησε ο Σαρλ ντε Γκωλ το 1958, εν μέσω του γαλλικού πολέμου κατά του κινήματος ανεξαρτησίας στην Αλγερία και ενός πραξικοπήματος υπό την ηγεσία φιλο-αποικιακών δυνάμεων του γαλλικού στρατού. Ο Ντε Γκωλ εξασφάλισε για την προεδρία τεράστιες εξουσίες για την επιβολή νομοθεσίας, τον συντονισμό των αστυνομικών επιχειρήσεων και τον έλεγχο του στρατού, οι οποίες εγγράφηκαν στο σύνταγμα της Πέμπτης Δημοκρατίας. Το προεδρικό αξίωμα έχει γίνει πλέον το πιλοτήριο μιας δικτατορίας των τραπεζών ενάντια στο λαό.

Οι εργαζόμενοι δεν μπορούν, ωστόσο, να αφήσουν τον αγώνα για την πτώση του Μακρόν στη συνδικαλιστική γραφειοκρατία και τους μικροαστούς συμμάχους της, όπως το κόμμα Ανυπότακτη Γαλλία (LFI) του Ζαν-Λουκ Μελανσόν, το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA) του Ολιβιέ Μπεζανσενό ή το κόμμα Εργατικός Αγώνας (LO) της Ναταλί Αρτό. Το LFI, το NPA και το LO είναι κόμματα των οποίων οι υποψήφιοι, έχοντας προβληθεί ως «αριστεροί» από τα καπιταλιστικά μέσα ενημέρωσης, έχουν λάβει εκατομμύρια ψήφους. Αλλά στέκονται πολύ πιο κοντά στον Μακρόν παρά στους εργαζόμενους. Δεν δίνουν καμία άλλη προοπτική στο κίνημα από το να πεθάνει σταδιακά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τις προηγούμενες δεκαετίες, ο Μελανσόν έθετε συχνά το αίτημα για μια Έκτη Δημοκρατία, προσπαθώντας να οδηγήσει την αντίθεση της εργατικής τάξης στην Πέμπτη Δημοκρατία στο αδιέξοδο της εκστρατείας για μια συνταγματική μεταρρύθμιση του γαλλικού καπιταλιστικού κράτους. Αλλά σήμερα, όταν τίθεται ευθέως το ζήτημα της ανατροπής του Μακρόν και του δικτατορικού καθεστώτος της Πέμπτης Δημοκρατίας, ο Μελανσόν έχει εγκαταλείψει αυτό το ζήτημα.

Αν ο Μελανσόν και οι σύμμαχοί του αρνούνται να εξαπολύσουν πολιτική επίθεση εναντίον του Μακρόν, είναι επειδή δεν θέλουν με κανέναν τρόπο να αποκαλύψουν στην εργατική τάξη τη δική της δύναμη. Πράγματι, αν ένα κίνημα της εργατικής τάξης ανέτρεπε τον μαζικά αντιδημοφιλή πρόεδρο της Γαλλίας, αυτό θα δημιουργούσε αναπόφευκτα αιτήματα για πολύ πιο βαθιές αλλαγές στην πολιτική και οικονομική δομή της κοινωνίας.

Αντ’ αυτού, ο Μελανσόν αντιδρά στις περικοπές του Μακρόν πλασάροντας ψευδαισθήσεις ότι οι διαμαρτυρίες μπορούν ακόμα να αλλάξουν τη γνώμη του Μακρόν, πείθοντάς τον να αποσύρει το νόμο. Ο Μελανσόν δήλωσε: «Επειδή η διαδικασία της κοινοβουλευτικής μομφής δεν λειτούργησε, ήρθε η ώρα να περάσουμε στη λαϊκή μομφή. Εύχομαι για αυτή την μομφή να εκφραστεί μαζικά, παντού και υπό όλες τις συνθήκες, και να μας επιτρέψει να αναγκάσουμε την απόσυρση του νόμου».

Πίσω από την αόριστη ρητορική του Μελανσόν περί «λαϊκής μομφής» προς τον Μακρόν υπάρχει η εξής προοπτική: Οι εργαζόμενοι πρέπει να περιοριστούν σε περιοδικές μονοήμερες δράσεις που δέχονται επίθεση από την αστυνομία και οι οποίες δεν υπερασπίζονται τις συνεχιζόμενες απεργίες από τις συνεχείς αστυνομικές επιθέσεις. Αυτή είναι μια προοπτική που θα εξαντλήσει την ενέργεια των εργαζομένων, δεν θα τους δώσει σαφή διέξοδο προς τα εμπρός και έτσι θα εκτονώσει την εκρηκτική πολιτική κρίση που αναδύεται.

Ο Μελανσόν ξέρει τι κάνει. Η πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε με τη γενική απεργία του Μάη του 1968 στη Γαλλία, η οποία προδόθηκε από το σταλινικό Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF). Παρεμποδίζοντας τους εργαζόμενους από το να πάρουν την εξουσία μετά την κατάρρευση της αστυνομίας και της κυβέρνησης Ντε Γκωλ, η γραφειοκρατία του PCFπαραχώρησε την πολιτική πρωτοβουλία στη Δεξιά. Στις 30 Μαΐου, μια γκωλική διαδήλωση συγκέντρωσε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, ξεκινώντας την επίθεση του Ντε Γκωλ για τη σταθεροποίηση της καπιταλιστικής εξουσίας.

Τελικά, ο ντε Γκωλ διέλυσε το κοινοβούλιο και διεξήγαγε βουλευτικές εκλογές στις 23-30 Ιουνίου 1968. Εν μέσω τεράστιας απογοήτευσης της εργατικής τάξης από το ξεπούλημα της γενικής απεργίας από το PCF, οι εκλογές έφεραν μια μαζική νίκη των δεξιών κομμάτων.

Παρ’ όλες τις πολλές διαφορές μεταξύ του 1968 και του 2023, αυτού του είδους η πολιτική αποστράτευση των εργαζομένων είναι αυτό που ο Μελανσόν, ο οποίος τώρα βρίσκεται σε κοινοβουλευτική συμμαχία με το PCF, βάζει στόχο να κάνει. Οι δυνάμεις που θα επωφεληθούν από αυτή την πολιτική προδοσία περιλαμβάνουν όχι μόνο τον δεξιό Μακρόν, αλλά και τη νεοφασίστρια αντίπαλό του, Μαρίν Λεπέν.

Εφόσον η εργατική τάξη δεν μπορεί να στηριχθεί στα κατεστημένα κόμματα και τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες για να πολεμήσει τον Μακρόν και την εκτελεστική προεδρία, πρέπει να οικοδομήσει νέες οργανώσεις αγώνα: επιτροπές βάσης, ανεξάρτητες από τις συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες και τον «κοινωνικό διάλογό» τους με τον Μακρόν. Τέτοιες επιτροπές μπορούν να οργανώσουν απεργίες και διαμαρτυρίες, να συγκεντρώσουν υποστήριξη για τους εργαζόμενους που απειλούνται από την αστυνομία και να αντιταχθούν στην αποσυντονιστική επιρροή των καθεστωτικών κομμάτων.

Ενωμένες διεθνώς υπό την αιγίδα του International Workers Alliance of Rank-and-File Committees (Διεθνής Εργατική Συμμαχία Επιτροπών Βάσης), θα επιτρέψουν στους εργαζόμενους να πάρουν υποστήριξη από τους αυξανόμενους ταξικούς αγώνες εκτός Γαλλίας. Αυτό αποκτά αποφασιστική σημασία καθώς οι εργαζόμενοι στη Γερμανία και τη Βρετανία απεργούν κατά του πληθωρισμού και για την υπεράσπιση των μισθών τους, οι σιδηροδρομικοί στο Βέλγιο, την Ολλανδία και την Ιταλία παίρνουν μέρος σε απεργίες και οι εκπαιδευτικοί στην Πορτογαλία και ανά την Ευρώπη επίσης συμμετέχουν σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Αυτοί οι αγώνες αντικειμενικά ενώνουν τους εργαζόμενους σε έναν κοινό αγώνα ενάντια στον πληθωρισμό και τη λιτότητα, τις καταστροφικές στρατιωτικές δαπάνες εν μέσω του πολέμου του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας και την αστυνομοκρατία.

Loading