Ελληνικά

Η Τουρκία καταγγέλλει την Ελλάδα καθώς αυξάνονται οι εντάσεις στο ΝΑΤΟ για τον πόλεμο με τη Ρωσία

Στις 23 Μαΐου, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατήγγειλε σφοδρά το ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον στις 16 Μαΐου. Δηλώνοντας ότι ο Μητσοτάκης «δεν υπάρχει πια» γι’ αυτόν, ο Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι θεωρεί το ταξίδι του Μητσοτάκη ως παραβίαση εμπιστοσύνης με εκτεταμένες συνέπειες για τη συμμαχία του ΝΑΤΟ.

Ο Ερντογάν κατήγγειλε τον Μητσοτάκη για την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών στην αντιπαράθεση της Ελλάδας με την Τουρκία στο Αιγαίο. «Είχαμε συμφωνήσει μαζί του να μην εμπλέξουμε τρίτες χώρες στη διαμάχη μας. Παρόλα αυτά, επισκέφθηκε τις ΗΠΑ και μίλησε στο Κογκρέσο, προειδοποιώντας τους να μην μας δώσουν F-16 [μαχητικά αεροσκάφη]», δήλωσε ο Ερντογάν. Κατηγόρησε επίσης την Ελλάδα ότι υποθάλπει υποστηρικτές του αποτυχημένου στρατιωτικού πραξικοπήματος στην Τουρκία στις 15 Ιουλίου 2016 το οποίο διεξήχθη με την υποστήριξη του ΝΑΤΟ και μέσω του οποίου παραλίγο να δολοφονηθεί ο Ερντογάν.

Ο Ερντογάν επίσης γνωστοποίησε ότι θεωρεί την κατασκευή βάσεων του ΝΑΤΟ από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα, με στόχο τη Ρωσία και την αυξανόμενη κινέζικη οικονομική επιρροή στην περιοχή, ως απειλή για την κυβέρνησή του. Είπε χαρακτηριστικά: «Και το πιο σημαντικό είναι το γεγονός πως υπάρχουν σχεδόν 10 βάσεις στην Ελλάδα. Ποιον απειλεί η Ελλάδα με αυτές τις βάσεις; Ή γιατί δημιουργούνται αυτές οι βάσεις στην Ελλάδα;».

Καθώς απειλεί να ασκήσει βέτο στα σχέδια των ΗΠΑ για την ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη συμμαχία του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας, ο Ερντογάν έχει επανειλημμένα καταγγείλει τις βάσεις του ΝΑΤΟ στην Ελλάδα και δήλωσε ότι η απόφαση της Τουρκίας να μην ασκήσει βέτο στην επανένταξη της Ελλάδας στην Ενιαία Στρατιωτική Διοίκηση του ΝΑΤΟ ήταν λάθος. Στις 19 Μαΐου, δήλωσε: «Τι συνέβη όταν [η Ελλάδα] επέστρεψε; Για παράδειγμα, η Αμερική έχει τώρα δημιουργήσει μια βάση στην Αλεξανδρούπολη».

Η επίσκεψη του Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον άσκησε αναμφίβολα σημαντική στρατιωτική και στρατηγική πίεση στην τουρκική κυβέρνηση. Ο Μητσοτάκης έγραψε στο Twitter ότι η συνάντηση του με τον Μπάιντεν «έδειξε πώς οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ βρίσκονται σε ιστορικά υψηλό επίπεδο – στο εμπόριο, τις επενδύσεις και την άμυνα». Είπε επίσης ότι «θα ξεκινήσουμε τη διαδικασία για την απόκτηση μιας μοίρας αεροσκαφών F-35. Και ευελπιστούμε να είμαστε σε θέση να προσθέσουμε αυτό το υπέροχο αεροπλάνο στην ελληνική πολεμική αεροπορία πριν από το τέλος αυτής της δεκαετίας».

Η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα F-35 από τις Ηνωμένες Πολιτείες μετά την αγορά των συστημάτων αεράμυνας S-400 από τη Ρωσία μετά την αποτυχία του  πραξικοπήματος του 2016 που διεξήχθη με την στήριξη του ΝΑΤΟ.

Η αυξανόμενη ελληνοτουρκική διαμάχη και οι εντάσεις στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ συμβαδίζουν με μια επικίνδυνη κλιμάκωση στο Αιγαίο. Η εφημερίδα Καθημερινή έκανε λόγο για την «μεγάλης κλίμακας άσκηση» του Πολεμικού Ναυτικού «Καταιγίδα 2022», η οποία ολοκληρώθηκε στις 27 Μαΐου, εν μέσω αμοιβαίων ισχυρισμών για παραβιάσεις του εναέριου χώρου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. H εφημερίδα ανέφερε χαρακτηριστικά ότι η Τουρκία έστειλε μήνυμα «μέσω δύο F-16 τα οποία παραβίασαν τον ελληνικό εναέριο χώρο 2,5 ναυτικά μίλια από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης στα βόρεια της χώρας».

Η Τουρκία ισχυρίστηκε ότι η Ελλάδα παραβίασε τον εναέριο χώρο της δύο φορές την προηγούμενη εβδομάδα και ότι απάντησε σε αυτές τις παραβιάσεις «με βάση την αμοιβαιότητα και σύμφωνα με τους κανόνες εμπλοκής [της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας]».

Η Καθημερινή επέκρινε επίσης την Τουρκία ότι «επέστρεψε στην πρακτική της να επιτρέπει βάρκες γεμάτες με μετανάστες να αναχωρούν από τις ακτές της με προορισμό τα ελληνικά νησιά στο ανατολικό Αιγαίο. Ήταν η πρώτη φορά εδώ και αρκετό καιρό που ένας τόσο μεγάλος αριθμός μεταναστών προσπάθησε να εισέλθει στα ελληνικά χωρικά ύδατα από τις τουρκικές ακτές».

Είναι προφανές, ωστόσο, ότι η σύγκρουση στο Αιγαίο συνδέεται πλέον με τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα σχέδια των ΗΠΑ για στρατιωτική κλιμάκωση κατά της Ρωσίας και της Κίνας.

Ο Ερντογάν καυχήθηκε για την βοήθεια που παρείχε στο ΝΑΤΟ στον πόλεμο κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία. Είπε χαρακτηριστικά: «Ακόμη και στον πόλεμο στα βόρεια της Μαύρης Θάλασσας, για τον οποίο όλοι θέλουν να μιλούν με μεγάλα λόγια, εμείς είμαστε αυτοί που έχουμε δώσει την πιο σημαντική, απτή και ωφέλιμη υποστήριξη στην Ουκρανία». Οι τουρκικές πωλήσεις όπλων στην Ουκρανία αυξήθηκαν από 2 εκατομμύρια δολάρια το πρώτο τρίμηνο του 2021 σε 60 εκατομμύρια δολάρια το πρώτο τρίμηνο του 2022. Πρόσθεσε ότι η κυβέρνησή του «καταβάλλει τις ειλικρινέστερες προσπάθειες για να επιτευχθεί πρώτα κατάπαυση του πυρός και στη συνέχεια διαρκής ειρήνη στην περιοχή, διατηρώντας πολιτικές και ανθρωπιστικές σχέσεις με τη Ρωσία».

Η Άγκυρα έχει κλείσει τα στενά των Δαρδανελίων και της Κωνσταντινούπολης μεταξύ Αιγαίου και Μαύρης Θάλασσας τόσο για τα ρωσικά όσο και για τα πολεμικά πλοία του ΝΑΤΟ από την αρχή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.

Ο πόλεμος ΝΑΤΟ-Ρωσίας απειλεί τους εργαζόμενους διεθνώς, και ιδίως στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, με έναν καταστροφικό πυρηνικό πόλεμο. Η δήλωση του Ερντογάν ότι «το ξέσπασμα ενός νέου παγκόσμιου πολέμου δεν θα ωφελήσει ούτε την περιοχή ούτε τον κόσμο» δείχνει την αυξανόμενη ανησυχία της τουρκικής αστικής τάξης για αυτούς τους κινδύνους. Οι πολεμικοί στόχοι της Ουάσινγκτον εναντίον της Ρωσίας στην Ουκρανία – να πάρει πρώτα πίσω την Κριμαία και το Ντονμπάς, να διαμελίσει τη Ρωσία και να εγκαθιδρύσει ένα νεοαποικιακό καθεστώς – είναι παρόμοιοι με την πολιτική της εναντίον χωρών σε όλη τη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένης ενδεχομένως και της ίδιας της Τουρκίας.

Ο κίνδυνος ενός παγκόσμιου πολέμου που προωθείται από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με επικεφαλής την Ουάσιγκτον, δεν μπορεί ωστόσο να καταπολεμηθεί από αστικά καθεστώτα όπως η κυβέρνηση Ερντογάν. Πολιτικά αντιδραστική, δεμένη με τον ιμπεριαλισμό και φοβούμενη πάνω απ’ όλα την εργατική τάξη, είναι και απρόθυμη και ανίκανη να κινητοποιήσει και να ενώσει τη μαζική αντίθεση που υπάρχει διεθνώς στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Αυτό το καθήκον πέφτει στην εργατική τάξη.

Ενώ ο Ερντογάν απειλεί να ασκήσει βέτο στην ένταξη της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, το κάνει μόνο στο πλαίσιο του παζαριού με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ για να του δώσουν το πράσινο φως για περαιτέρω επιθέσεις κατά του κουρδικού λαού και στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή.

Όταν ο Ερντογάν ανακοίνωσε ότι θα ασκήσει βέτο στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ, λόγω της υποστήριξής τους στις κουρδικές-εθνικιστικές Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), στοχεύει στην πολιτική των ΗΠΑ. Ενώ η Ουάσινγκτον υποστηρίζει τις YPG ως δύναμη αντιπροσώπων που έχει καταλάβει τη βόρεια Συρία ενάντια στη υποστηριζόμενη από τη Ρωσία κυβέρνηση του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, η τουρκική αστική τάξη είναι αποφασισμένη να αποτρέψει την ανάδυση ενός κουρδικού κράτους υπό την ηγεσία των YPG στα σύνορά της.

Για τον σκοπό αυτό, ο Ερντογάν, ο οποίος έχει εισβάλει επανειλημμένα στη Συρία από το 2016, καταλαμβάνοντας τμήματα της χώρας, απείλησε με νέα τουρκική εισβολή: «Θα αρχίσουμε σύντομα να κάνουμε νέα βήματα όσον αφορά τα υπόλοιπα τμήματα των έργων που έχουμε ξεκινήσει για τη δημιουργία ασφαλών ζωνών βάθους 30 χιλιομέτρων κατά μήκος των νότιων συνόρων μας».

Ο Ερντογάν απαίτησε από τη Σουηδία και τη Φινλανδία να σταματήσουν να υποστηρίζουν τις YPG στη Συρία, καθώς και το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (Πε-Κα-Κα), το οποίο η κυβέρνησή του έχει απαγορεύσει ως τρομοκρατική ομάδα. Το θέμα αυτό το συζήτησε σε μια πληθώρα συναντήσεων με τον Ολλανδό πρωθυπουργό Μαρκ Ρούτε, τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, τον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, τη Σουηδή πρωθυπουργό Μαγκνταλένα Άντερσον και τον Φινλανδό πρόεδρο Σάουλι Νιινίστο.

Στις 23 Μαΐου, ο Ερντογάν δήλωσε: «Έχουμε πει ότι αυτές οι χώρες πρέπει να επιλέξουν μεταξύ της παροχής πρακτικής και πολιτικής υποστήριξης σε τρομοκρατικές οργανώσεις και της προσδοκίας της συγκατάθεσης της Τουρκίας για την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ, και πρέπει να το δείξουν αυτό με σαφή σημάδια».

Ωστόσο, Αμερικανοί αξιωματούχοι εξακολουθούν να προβλέπουν ότι ο Ερντογάν θα υποκύψει στις πιέσεις για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Η αναπληρώτρια υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Κάθλιν Χικς δήλωσε ότι η Ουάσινγκτον είναι «πεπεισμένη ότι η Φινλανδία και η Σουηδία θα μπορέσουν να επιλύσουν απευθείας αυτές τις [ανησυχίες] με τους Τούρκους».

Στην πραγματικότητα, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι ο πόλεμος του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας απειλεί να προκαλέσει περιφερειακή ανάφλεξη σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή. Οι προετοιμασίες της Άγκυρας για νέες επιθέσεις κατά των πολιτοφυλακών YPG έρχονται εν μέσω ισχυρισμών ότι η Ρωσία μειώνει τη στρατιωτική της παρουσία στη Συρία για να ενισχύσει τις δυνάμεις της στην Ουκρανία. Έχουν υπάρξει αρκετές αναφορές ότι ιρανικές δυνάμεις αναπτύσσονται στη Συρία για να αντικαταστήσουν τα ρωσικά στρατεύματα που αποσύρονται για να πολεμήσουν στο ουκρανικό μέτωπο.

Στις 24 Μαΐου, σε ένα άρθρο με τίτλο «Πώς η κρίση στην Ουκρανία θα μπορούσε να επιδεινώσει τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία», η Washington Post έγραψε: «Κάποιοι μπορεί να θεωρήσουν θετική εξέλιξη έναν μειωμένο ρωσικό ρόλο στην υποστήριξη του καθεστώτος Άσαντ. Αλλά η εκτίμησή μας είναι ότι αυτές οι αλλαγές θα μπορούσαν να δημιουργήσουν σημαντικούς κινδύνους αναζωπύρωσης των συγκρούσεων, καθώς και να κλιμακώσουν τις εντάσεις μεταξύ Ισραήλ και Ιράν».

Ο αυξανόμενος κίνδυνος περιφερειακού ή και παγκόσμιου πολέμου υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθούν οι αυξανόμενοι αγώνες της εργατικής τάξης σε ένα ενιαίο διεθνές κίνημα κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου και υπέρ του σοσιαλισμού.

Loading